ΣΩΜΑΤΟΜΟΡΦΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

Δεν είναι αποτέλεσμα συνειδητής υπόκριση ή προσποιητών διαταραχών.

Τα συμπτώματα προέρχονται από διαφορετικά συστήματα και επιμένουν για μια περίοδο αρκετών ετών, ενώ τα επεισόδια αυξημένης βαρύτητας διαρκούν 6-9 μήνες.

Το γονεϊκό παράδειγμα και τα εθνικά ήθη είναι δυνατό να εκπαιδεύσουν μερικά παιδιά να σωματοποιούν περισσότερο από άλλα.

Οι διαταραχές της προσωπικότητας που συνήθως συνδέονται με τη διαταραχή χαρακτηρίζονται από αποφευκτικά, αυτο-ηττώμενα και ιδεοψυχαναγκαστικά στοιχεία.

Οι ασθενείς θεραπεύονται καλύτερα, όταν έχουν ένα μοναδικό ιατρό ως βασικό παροχέα ιατρικής φροντίδας.

Εμφανίζονται ένα ή περισσότερα συμπτώματα ή ελλείμματα που επιδρούν στην εκούσια κινητική ή αισθητηριακή λειτουργία και υποδεικνύουν την ύπαρξη μιας νευρολογικής ή άλλης γενικής σωματικής κατάστασης.

Συγκρούσεις ή άλλοι στρεσογόνοι παράγοντες προηγούνται της έναρξης ή παρόξυνσης του συμπτώματος ή ελλείμματος.

Το σύμπτωμα ή έλλειμμα επιτρέπει την έκφραση της απαγορευμένης ορμής, την οποία όμως παραποιεί αρκετά, ώστε να μην αναγκάζεται ο ασθενής να βρεθεί συνειδητά αντιμέτωπος με αυτήν.

Η ωραία αδιαφορία αναφέρεται στην απρόσφορα ιπποτική στάση του ασθενούς έναντι ενός σοβαρού συμπτώματος.

Το σωματικό σύμπτωμα μπορεί να αποτελεί τιμωρία για σφάλμα του παρελθόντος.

Οι υποχονδριακοί μπορεί να διατηρούν την πεποίθηση ότι πάσχουν από μία συγκεκριμένη ασθένεια, ή αντίθετα να μεταβάλλουν την πεποίθησή τους προς διαφορετικές ασθένειες.

Η ομαδική θεραπεία συνιστά τη θεραπεία εκλογής, εν μέρει διότι προσφέρει την κοινωνική αλληλεπίδραση που χρειάζεται για τη μείωση του άγχους.

Η φαρμακοθεραπεία ανακουφίζει από τα υποχονδριακά συμπτώματα μόνο όταν υπάρχει υποκείμενη φαρμακοευαίσθητη κατάσταση, όπως για παράδειγμα μείζων κατάθλιψη.

Δεν έχει μελετηθεί αρκετά, ίσως επειδή ορισμένοι από τους ασθενείς επισκέπτονται πλαστικούς χειρουργούς και ιατρούς άλλων ειδικοτήτων αντί ψυχιάτρους.

Μπορεί να αντανακλά τη μετάθεση μιας σεξουαλικής σύγκρουσης σε ένα άσχετο μέρος του σώματος.

Σχεδόν όλοι οι ασθενείς αποφεύγουν την έκθεση στο κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον.

Έχει παρατηρηθεί υψηλή συννοσηρότητα με διαταραχές της διάθεσης, οι οποίες, μαζί με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, υπάρχουν συχνά και στο οικογενειακό ιστορικό.

Ορισμένοι ασθενείς υποφέρουν από αλεξιθυμία, είναι δηλαδή ανίκανοι να αρθρώσουν σε λέξεις εσωτερικές καταστάσεις αισθημάτων.

Άλλοι ασθενείς θεωρούν ασυνείδητα τον συγκινησιακό πόνο ως εκδήλωση αδυναμίας, η οποία κατά κάποιο τρόπο στερείται νομιμότητας.

Οι συμπεριφορές πόνου ενισχύονται όταν ‘αμείβονται’ και αναστέλλονται όταν αγνοούνται.

Ένα χρήσιμο σημείο εισόδου στις συγκινησιακές πλευρές του πόνου είναι η διερεύνηση των διαπροσωπικών επιπτώσεων του πόνου.